Υπάρχουν
κάποιες στιγμές στη μουσική ιστορία,
όπως η δημιουργία μιας μπάντας ή η
κυκλοφορία ενός album, που
μπορούν να χαρακτηριστούν ως ορόσημα,
δηλαδή ως αποφασιστικά σημεία για
την πορεία και την εξέλιξη της μουσικής.
Πίσω στο 1997, η Αγγλία βλέπει τους
Συντηρητικούς να αποχαιρετούν την
εξουσία μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες
διακυβέρνησης και τη britpop
σκηνή να ετοιμάζεται για το κύκνειο
άσμα της. Σε αυτό το κλίμα της αλλαγής,
οι Radiohead έρχονται να
προσφέρουν ένα modern classic, τον
τρίτο δίσκο τους OK Computer, στον
οποίο καταθέτουν τα μουσικά τους
διαπιστευτήρια και τις πολύπλευρες
απόψεις τους.
Το
OK Computer κυκλοφόρησε για
πρώτη φορά στην Ιαπωνία στις 21 Μαΐου
του 1997 και μέχρι τον Ιούλιο του ίδιου
έτους βρισκόταν στα ράφια των δισκοπωλείων
και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ως
τότε, οι Radiohead αποτελούσαν
μια μπάντα γνωστή στο mainstream
κοινό κυρίως από την επιτυχία του
Creep, παρότι το δεύτερο
album τους The Bends
ήταν εξαιρετικό, με
σκοτεινά και εσωστρεφή alternative
rock κομμάτια, επηρεασμένα σε κάποιο
βαθμό και από την, περιρρέουσα στην
Αγγλία, britpop ατμόσφαιρα.
Οι Radiohead, όμως, ήταν πολλά
περισσότερα από ένα one-hit
wonder σσυγκρότημα. Έχοντας, ήδη, έτοιμο
το Lucky από το αντιπολεμικό
The Help Album (κυκλοφόρησε το
1995 προς ενίσχυση των παιδιών στην
εμπόλεμη Βοσνία-Ερζεγοβίνη),
η μπάντα ξεκίνησε να
ηχογραφεί τον Ιουλίου του 1996, επιδιώκοντας
να αποστασιοποιηθεί από το αμιγώς
κιθαριστικό ύφος των προηγούμενων
δίσκων της και παρά τις
προτροπές να πατήσει στην επιτυχία του
The Bends. Tο συγκρότημα παίρνει
την απόφαση να αναλάβει το ίδιο την
παραγωγή του album,
επικουρούμενο από το Nigel
Godrich, ο οποίος έκτοτε θα συνεργαστεί
με τους Radiohead σε όλες τις
κυκλοφορίες τους και θα γίνει γνωστός
ως το ''έκτο μέλος'' τους. Η ηχογράφηση
του OK Computer θα ξεκινήσει
στο Didcot του Oxfordshire και θα
συνεχιστεί στην έπαυλη της Αγίας
Αικατερίνης στην περιοχή του Bath,
η οποία έπαιξε αποφασιστικό ρόλο
στην πορεία του δίσκου. Εκεί, η μπάντα
είχε τη δυνατότητα να πειραματιστεί με
ήχους και τεχνικές, με τα περισσότερα
τραγούδια να αποτελούν live
ηχογραφήσεις.
Από
μουσικής άποψης, οι Radiohead
παρουσιάζουν μεγαλύτερη διεύρυνση
στον ήχο τους συγκριτικά με το The
Bends, με τις ηλεκτρονικές επιρροές
να είναι εμφανείς και να επιστρατεύονται
όργανα όπως το Mellotron και
το cello, ακόμα και ξυλόφωνο στο No
Surprises. O Thom Yorke χαρακτήρισε
ως starting point για το album
το Bitches Brew του Miles
Davis, με τις μουσικές επιρροές της
μπάντας να επεκτείνονται σε διάφορα
είδη. Στο Airbag και στο
Exit Music (For a Film) οι Radiohead
επηρεάζονται από την trip
hop μουσική του DJ Shadow και
των Portishead, ενώ σε άλλα
σημεία από την alternative rock
των Pixies και την
krautrock των Can. Ο
δίσκος κινείται στον χώρο της εναλλακτικής
rock, με αρκετά progressive και
art rock στοιχεία και το κάθε
μέλος του συγκροτήματος να προσφέρει
το δικό του λιθαράκι, πέραν του Thom
Yorke που αποτελεί την κινητήρια
δύναμη. Η μουσική ευφυΐα
του multi-instrumentalist Johnny Greenwood
είναι εμφανής, το κιθαριστικό ταλέντο
του Ed O'Brien καθοριστικό
και οι μπασογραμμές του Colin
Greenwood μελωδικές, με την ατμομηχανή
των Radiohead, τον σπουδαίο
Phil Selway, να βρίσκεται στα
drums.
Στο
OK Computer ο Thom
Yorke εξιστορεί διάφορα περιστατικά
της ζωής του, σημαντικά ή μη, μέσα στα
οποία καταθέτει τις απόψεις του για
ποικίλα θέματα. Στο κορυφαίο κομμάτι
του δίσκου, το επικό Paranoid
Android, με το animated video clip,
τα εκπληκτικά solos του
Johnny Greenwood και τα ανατριχιαστικά
φωνητικά του Yorke, περιγράφεται
μια δυσάρεστη εμπειρία του τελευταίου
σε ένα bar στο Los
Angeles, ενώ συγχρόνως, θίγονται τα
ζητήματα της τρέλας και της εμμονής. Οι
στίχοι σε άλλα τραγούδια του album
είναι πολιτικοί, έντονα επηρεασμένοι
από τα γραπτά του Noam Chomsky και
με αντικαπιταλιστική οπτική,
όπως στο κοφτερό ''Electioneering''
και το inside joke της
μπάντας Karma Police. Ο συνδυασμός
της μουσικής και των στίχων των Radiohead
στο αναζωογονητικό Let
Down και στο closing track The
Tourist προκαλούν χαρμολύπη στον
ακροατή, μια ταυτόχρονη αίσθηση θλίψης
και αγαλίασης. Το ρομποτικό
Fitter Happier αλλά και το
album στο σύνολό του
αναφέρονται στον στρεσαρισμένο άνθρωπο
του 21ου αιώνα, την κοινωνική αποξένωση,
τον άκρατο καταναλωτισμό και τη
συναισθηματική απομόνωση. Στο ίδιο ύφος
κινείται και το εξώφυλλο του δίσκου, το
οποίο απεικονίζει έναν αυτοκινητόδρομο
στο Connecticut, καθώς και τα διάφορα
σκίτσα στο booklet.
Το
OK Computer έχει δεχθεί
διθυραμβικές κριτικές από τη στιγμή
της κυκλοφορίας του μέχρι και σήμερα,
μένοντας γνωστό ως το ''Dark
Side of the Moon'' των 90ς. Η
σημασία του στην εξέλιξη της μουσικής
και στην αποτύπωση της ανθρώπινης
ύπαρξης των ημερών μας είναι μεγάλη και
δικαίως θεωρείται ένα από τα κορυφαία
album όλων των εποχών. Πολλά
έχουν γραφτεί -και ακόμα περισσότερα
πρόκειται για γραφτούν- για το OK
Computer, το οποίο αποτελεί μία από τις
περιπτώσεις δίσκων που πρέπει να ακούσει
κάποιος τουλάχιστον μία φορά στη ζωή
του (σίγουρα πάντως, η μία δεν είναι
αρκετή).
by
street spirit
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου