Ήταν
εκεί και οι τρεις τους. Κάθονταν και
συζητούσαν σε ένα μπαράκι κάπου στο
Τέξας. Μια νέα περιοδεία; Μπορεί ναι
μπορεί και όχι. Όλοι κάτι τέτοιο περίμεναν,
αλλά κανείς δεν ήξερε τι μπορεί να
αποφασίσουν.
Οι
τρεις άντρες ήταν νέοι ακόμα. Ο Τζάιλς,
ο πιο μεγάλος, ήταν είκοσι οχτώ χρονών.
Ο Ρίτσι, ο πιο μικρός, δεκαεπτά, ενώ ο
ενδιάμεσος, ο Μπάντι, είκοσι δύο. Όχι
και τόσο άσχημο να σε γνωρίζουν από τόσο
μικρή ηλικία. Το μέλλον είχε στρωθεί με
ροδοπέταλα για αυτούς. Ήταν οι κατακτητές
που στόχο είχαν την κορυφή του ροκ ν
ρολ.
Κάποια
στιγμή τους πλησίασαν πέντε κορίτσια
νέα και αυτά και τους ζήτησαν από ένα
αυτόγραφο. Εκείνοι θεώρησαν τιμή τους
να το δώσουν. Κι ο πιο μικρός και ψαρωμένος
ερωτεύτηκε αμέσως τη μια κοπέλα που
ήταν κοντά στην ηλικία του.
-Τι
να κάνεις; Σε αυτήν την ηλικία όλα
παροδικά είναι! είπε αφού έφυγαν και
ήπιε λίγο από τη μπύρα του.
Κοιτούσαν
το ρολόι. Ακόμα κολλημένο ήταν στις
12:58. Δεν μπορούσαν τόσο καιρό να το
συνειδητοποιήσουν πως δεν άλλαζε. Αλλά
βέβαια δεν τους ένοιαζε. Άλλωστε,
περίμεναν σημαντικά πρόσωπα να
εμφανιστούν.
Πρώτος
ήρθε ο Ίαν. Τη στιγμή που τον είδαν
έσκασαν στα γέλια. Δεν είχαν δει πολλές
φορές άντρες με μακρύ μαλλί στο Τέξας.
Ο ίδιος άρχισε να κοιτάει τα ρούχα του.
Από τα παπούτσια του μέχρι το καπέλο,
όμως, όλα φάνηκαν φυσιολογικά.
-Έτσι
υποδέχεστε έναν καινούργιο κάτοικο της
πόλης; απόρησε ο Ίαν.
Του
είπαν να καθίσει και φώναξαν τον μπάρμαν
να φέρει μια μπύρα ακόμα. Κερασμένη όπως
είπαν. Βέβαια δεν είχε σημασία. Δεν
υπήρχε περιορισμός στα χρήματα εκεί.
Ούτε ο μπάρμαν έκανε παράπονα αν κάποιος
πελάτης έφευγε χωρίς να πληρώσει.
Σε
λίγο κατέφτασε και ο Ντέιβιντ. Αδύνατος
και μελαγχολικός όπως πάντα. Πριν πάει
στο τραπέζι τους πέρασε να δει τον
παλιόφιλό του Φρέντι με τον οποίο είχαν
να τα πουν είκοσι πέντε περίπου χρόνια.
Φαινόταν από τα χαμόγελά τους, όμως,
σαν να μην είχαν ξεχάσει ο ένας τον άλλο
ούτε λεπτό. Ο Ντέιβιντ, μάλιστα, του
πρότεινε να έρθει μαζί με τους φίλους
του, αλλά εκείνος αρνήθηκε ευγενικά.
-Καλύτερα
εδώ μόνος. Περιμένω αρκετό κόσμο ακόμα.
Ο
Ντέιβιντ κάθισε και αυτός στο τραπέζι.
Ήταν
πλέον προφανές πως αυτό το μπαράκι στο
Τέξας αποτελούσε τόπο συνάντησης όλων
των μουσικών. Από τους Γερμανούς Αμαντέους
και Λούντβιχ μέχρι τον Αμερικάνο Μάικλ,
την Έιμι και φυσικά την πάντα αινιγματική
Νίνα. Ακόμα κι αν υπήρχαν όλα τα μεγάλα
ονόματα το μόνο τραπέζι που ήταν μονίμως
γεμάτο ήταν αυτό του Τζον και του Τζορτζ
που ακόμα και αν είχαν τις διαφωνίες
τους συνέχεια παρέμεναν μαζί και έπαιζαν
μουσική κάπου-κάπου.
Πίσω
στο τραπέζι που μας ενδιαφέρει, όμως,
οι πέντε πλέον καλλιτέχνες συζητούν.
Οι τέσσερις θέλουν να παίξουν ξανά
ζωντανά σε κοινό ακόμα και αν σε εκείνο
το μέρος ήταν πολύ δύσκολο. Ο Ντέιβιντ
συνέχιζε να δηλώνει κατηγορηματικά ότι
δεν θα επιστρέψει στη σκηνή. Άλλωστε,
ήταν μεγάλο θέμα το είδος που θα παίζανε.
Ο Μπάντι έφτιαξε τα γυαλιά του πάνω στο
πρόσωπό του και στη συνέχεια είπε πως
δεν μπορεί να μην παίξει στην επανεμφάνισή
του μετά από τόσα χρόνια ροκ εν ρολ. Μαζί
του συμφώνησαν και ο Τζάιλς με τον Ρίτσι.
Ο Ίαν ήταν ανυποχώρητος. Ήθελε κάτι πιο
άγριο. Με πιο πολύ δύναμη.
Σύντομα
όλοι κατάλαβαν πως ήταν αδύνατη μια από
κοινού σύμπραξη. Έτσι, απλά συνέχισαν
να συζητούν. Και βασικά ο Ντέιβιντ με
τον Ίαν έλεγαν τα νέα από την πατρίδα
τους που άφησαν πίσω. Πόσο πολύ είχε
αλλάξει από το 1959!
-Και
μετά από όλα αυτά ήρθα εδώ σήμερα στις
10 Ιανουαρίου και μου είπαν πως εδώ
συχνάζουν όλοι, είπε ο Ντέιβιντ.
-Δεν
είναι 10 Ιανουαρίου. Είναι 28 Δεκεμβρίου!
είπε ο Ίαν.
Οι
άλλοι τρεις άρχισαν να γελάνε. Σαν να
κοροϊδεύουν την άγνοια των δυο καινούργιων
φίλων τους.
-Δεν
πειράζει θα το συνηθίσουν, είπε ο Ρίτσι
κάπου ανάμεσα στα γέλια του.
-Ναι,
και εμείς είχαμε πάθει σοκ στην αρχή,
συμφώνησε ο Τζάιλς.
-Εγώ,
φανταστείτε, ακόμα περιμένω τη Μαρία-Έλενα
να έρθει. Κι ακόμα και αν ο χρόνος εδώ
έχει κολλήσει στις 3 Φεβρουαρίου το ξέρω
πως εκεί περνάει κανονικά, συμπλήρωσε
ο Μπάντι και κοίταξε τους γεμάτο απορία
φίλους του.
Ο
μπάρμαν είχε δει τον Ντέιβιντ και έτσι
έφερε δυο μπύρες αντί για μία. Παράλληλα
έβαλε το επόμενο τραγούδι στη λίστα.
Ένα κομμάτι που θύμιζε πολλά στους τρεις
ροκ εν ρόλερς. Έτσι άρχισαν να τραγουδούν
ο Τζάιλς, ο Ρίτσι και ο Μπάντι μαζί.
“…But
February made me shiver
With every paper I'd deliver
Bad news
on the doorstep
I couldn't take one more step
I
can't remember if I cried
When I read about his widowed
bride
Something touched me deep inside
The day the music died…”
Διήγημα
αφιερωμένο στους μεγάλους καλλιτέχνες
Buddy Holly,
Ritchie Valens,
και J. P. "The
Big Bopper"
Richardson που ακόμα και αν
δεν μπορέσαμε ποτέ να φανταστούμε πώς
θα μπορούσε να διαμορφωθεί η καριέρα
τους αν ζούσαν περισσότερο μας προσέφεραν
μια τεράστια μουσική κληρονομιά.
We
all knew that we were out of luck the day the music died…
by dropmind
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου